Αδερφικός στα δανικά

Μετάφραση: αδερφικός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
broderlig, broderlige, broderkærlighed, broderligt, medmenneskelig
Αδερφικός στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αδερφικός

αδερφικός λεξικό γλώσσας δανικά, αδερφικός στα δανικά

Μεταφράσεις

  • αδελφός στα δανικά - bror, broder, Brother, Broder
  • αδερφή στα δανικά - søster, sřster, søsters, søsteren
  • αδερφός στα δανικά - bror, broder, Brother, Broder
  • αδιάβροχος στα δανικά - vandtæt, vandtætte, vandfast, vandafvisende
Τυχαίες λέξεις
Αδερφικός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: broderlig, broderlige, broderkærlighed, broderligt, medmenneskelig