Αδερφικός στα πολωνικά

Μετάφραση: αδερφικός, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
braterski, bratni, braterska, braterskiej, braterską, braterskie
Αδερφικός στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αδερφικός

αδερφικός λεξικό γλώσσας πολωνικά, αδερφικός στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • αδελφός στα πολωνικά - brat, szwagier, braciszek, brata, bratem, bracie
  • αδερφή στα πολωνικά - dziwny, dziwność, niezwykłość, dziwaczność, dziwaczny, podejrzenie, podejrzany, ...
  • αδερφός στα πολωνικά - braciszek, szwagier, brat, brata, bratem, bracie
  • αδιάβροχος στα πολωνικά - wodoodporny, wodoszczelny, nieprzemakalny, wodoodporna, wodoodporne
Τυχαίες λέξεις
Αδερφικός στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: braterski, bratni, braterska, braterskiej, braterską, braterskie