Αδερφικός στα ουγγρικά
Μετάφραση: αδερφικός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
testvéri, felebaráti, a testvéri, testvéries, atyafiúi
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αδερφικός
αδερφικός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, αδερφικός στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- αδελφός στα ουγγρικά - öcs, fiútestvér, testvér, testvére, bátyja, testvérem, bátyám
- αδερφή στα ουγγρικά - kétes, bekávézott, dilis, gyanús, lánytestvér, nővére, húga, ...
- αδερφός στα ουγγρικά - öcs, fiútestvér, testvér, testvére, bátyja, testvérem, bátyám
- αδιάβροχος στα ουγγρικά - vízálló, vízhatlan, vízzáró
Τυχαίες λέξεις
Αδερφικός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: testvéri, felebaráti, a testvéri, testvéries, atyafiúi
Μεταφράσεις: testvéri, felebaráti, a testvéri, testvéries, atyafiúi