Αδερφικός στα τούρκικα

Μετάφραση: αδερφικός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kardeşçe, kardeş, kardeşlik, kardeşçe bir
Αδερφικός στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αδερφικός

αδερφικός λεξικό γλώσσας τούρκικα, αδερφικός στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • αδελφός στα τούρκικα - birader, kardeş, kardeşi, kardeşim, erkek kardeşi, kardeşin
  • αδερφή στα τούρκικα - acayip, kardeş, kız kardeşi, kardeşi, ablam, kızkardeşi
  • αδερφός στα τούρκικα - birader, kardeş, kardeşi, kardeşim, erkek kardeşi, kardeşin
  • αδιάβροχος στα τούρκικα - yağmurluk, su geçirmez, geçirmez, su geçirmez bir, sugeçirmez
Τυχαίες λέξεις
Αδερφικός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: kardeşçe, kardeş, kardeşlik, kardeşçe bir