Αντανακλαστικός στα δανικά
Μετάφραση: αντανακλαστικός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
refleksiv, refleksive, refleksivt, den refleksive, reflexive
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αντανακλαστικός
αντανακλαστικόσ πόνοσ, αντανακλαστικός πόνος στο αυτί, αντανακλαστικός πόνος στον ώμο, αντανακλαστικός λεξικό γλώσσας δανικά, αντανακλαστικός στα δανικά
Μεταφράσεις
- ανταμείβω στα δανικά - belønning, belønningen, Løn, vederlag, betaling
- ανταμοιβή στα δανικά - dusør, belønning, belønne, belønningen, Løn, vederlag, betaling
- αντανακλώ στα δανικά - afspejle, reflektere, afspejler, overveje, udtryk
- ανταπαντώ στα δανικά - svare, svar, retort, retorten, svar på tiltale
Τυχαίες λέξεις
Αντανακλαστικός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: refleksiv, refleksive, refleksivt, den refleksive, reflexive
Μεταφράσεις: refleksiv, refleksive, refleksivt, den refleksive, reflexive