Αντανακλαστικός στα πορτογαλικά
Μετάφραση: αντανακλαστικός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
reflexivo, reflexiva, reflexivos, reflexo, reflexa
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αντανακλαστικός
αντανακλαστικόσ πόνοσ, αντανακλαστικός πόνος στο αυτί, αντανακλαστικός πόνος στον ώμο, αντανακλαστικός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αντανακλαστικός στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- ανταμείβω στα πορτογαλικά - repatriar, tornar, reembolse, retribuir, recompensa, prêmio, de recompensa, ...
- ανταμοιβή στα πορτογαλικά - recompensa, benefício, revólver, recompensar, vantagem, prêmio, de recompensa, ...
- αντανακλώ στα πορτογαλικά - reflectir, repercutir, reverberar, refinaria, ver, espelhar, refletir, ...
- ανταπαντώ στα πορτογαλικά - aposentadoria, tornar, responder, resposta, recolocação, voltar, volver, ...
Τυχαίες λέξεις
Αντανακλαστικός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: reflexivo, reflexiva, reflexivos, reflexo, reflexa
Μεταφράσεις: reflexivo, reflexiva, reflexivos, reflexo, reflexa