Αντανακλαστικός στα εσθονικά
Μετάφραση: αντανακλαστικός, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
enesekohane, refleksiivne, refleksiivse, refleksiivsed, refleksiivset
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αντανακλαστικός
αντανακλαστικόσ πόνοσ, αντανακλαστικός πόνος στο αυτί, αντανακλαστικός πόνος στον ώμο, αντανακλαστικός λεξικό γλώσσας εσθονικά, αντανακλαστικός στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- ανταμείβω στα εσθονικά - tasu, tasu eest, lojaalsuse, palk, palga
- ανταμοιβή στα εσθονικά - premeerima, autasustama, autasu, tasu, tasu eest, lojaalsuse, palk, ...
- αντανακλώ στα εσθονικά - läige, kajastama, peegeldama, kajastada, kajastavad, peegeldavad
- ανταπαντώ στα εσθονικά - vastama, vastus, tagasi pöörama, utma, retort, destilleerimisnõu, samaga vastama
Τυχαίες λέξεις
Αντανακλαστικός στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: enesekohane, refleksiivne, refleksiivse, refleksiivsed, refleksiivset
Μεταφράσεις: enesekohane, refleksiivne, refleksiivse, refleksiivsed, refleksiivset