Ανυπακοή στα δανικά

Μετάφραση: ανυπακοή, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
ulydighed, ulydighedens, ulydige, ulydig
Ανυπακοή στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανυπακοή

πολιτική ανυπακοή, ανυπακοή παιδιών, παιδική ανυπακοή, πολιτικής ανυπακοή, αγία ανυπακοή, ανυπακοή λεξικό γλώσσας δανικά, ανυπακοή στα δανικά

Μεταφράσεις

  • αντοχή στα δανικά - modstand, impedans, resistens, modstandsdygtighed, modstanden, resistens over
  • ανυπάκουος στα δανικά - ulydige, ulydig, genstridige, ulydigt, ulydighed
  • ανυπεράσπιστος στα δανικά - forsvarsløse, forsvarsløs, forsvarsløst, værgeløse, værgeløs
  • ανυπομονησία στα δανικά - utålmodighed, Utaalmodighed, utålmodigheden, utålmodigt
Τυχαίες λέξεις
Ανυπακοή στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: ulydighed, ulydighedens, ulydige, ulydig