Ανυπακοή στα σλοβενικά
Μετάφραση: ανυπακοή, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
neposlušnost, nepokorščina, neubogljivost, neposlušnosti, nepokornost
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανυπακοή
πολιτική ανυπακοή, ανυπακοή παιδιών, παιδική ανυπακοή, πολιτικής ανυπακοή, αγία ανυπακοή, ανυπακοή λεξικό γλώσσας σλοβενικά, ανυπακοή στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- αντοχή στα σλοβενικά - odpor, odboj, tolerance, odpornost, upornost, upor, odpornost na, ...
- ανυπάκουος στα σλοβενικά - neposlušna, nepokorni, neposlušni, neposlušne, nepokorne, pokorni
- ανυπεράσπιστος στα σλοβενικά - obrambe, brez obrambe, nemočni, nemočen, nemočnih
- ανυπομονησία στα σλοβενικά - nepotrpežljivost, nestrpnost, neučakanost, impatience, Nestrpljivost
Τυχαίες λέξεις
Ανυπακοή στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: neposlušnost, nepokorščina, neubogljivost, neposlušnosti, nepokornost
Μεταφράσεις: neposlušnost, nepokorščina, neubogljivost, neposlušnosti, nepokornost