Ανυπακοή στα τσεχικά
Μετάφραση: ανυπακοή, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
neposlušnost, neposlušnosti, neposlušností, neuposlechnutí, neposlušenství vzalo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανυπακοή
πολιτική ανυπακοή, ανυπακοή παιδιών, παιδική ανυπακοή, πολιτικής ανυπακοή, αγία ανυπακοή, ανυπακοή λεξικό γλώσσας τσεχικά, ανυπακοή στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- αντοχή στα τσεχικά - tolerance, shovívavost, imunita, odolnost, opozice, stálost, odboj, ...
- ανυπάκουος στα τσεχικά - neposlušný, neposlušní, neposlušné, neposlušná, neposlušnými
- ανυπεράσπιστος στα τσεχικά - bezbranný, bezbranné, bezbranná, bezbranní, bezbranných
- ανυπομονησία στα τσεχικά - nedočkavost, netrpělivost, netrpělivosti, netrpělivostí
Τυχαίες λέξεις
Ανυπακοή στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: neposlušnost, neposlušnosti, neposlušností, neuposlechnutí, neposlušenství vzalo
Μεταφράσεις: neposlušnost, neposlušnosti, neposlušností, neuposlechnutí, neposlušenství vzalo