Αποταμιεύω στα δανικά
Μετάφραση: αποταμιεύω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
beholde, spare, redde, gemme, sparer, spar
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποταμιεύω
αποταμιεύω ταχυδρομικο ταμιευτηριο, αποταμιεύω στα αγγλικα, αποταμιεύω αγγλικά, αποταμιεύω ττ, λογαριασμός αποταμιεύω, αποταμιεύω λεξικό γλώσσας δανικά, αποταμιεύω στα δανικά
Μεταφράσεις
- αποτέλεσμα στα δανικά - følge, udfald, resultat, virkning, konsekvens, resultatet, grund, ...
- αποταμίευση στα δανικά - besparelser, opsparing, besparelse, fra opsparing
- αποτελεσματικός στα δανικά - effektiv, effektive, effektivt, en effektiv, faktiske
- αποτελεσματικότητα στα δανικά - effektivitet, effektiviteten, effektiv, effektive, effektivt
Τυχαίες λέξεις
Αποταμιεύω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: beholde, spare, redde, gemme, sparer, spar
Μεταφράσεις: beholde, spare, redde, gemme, sparer, spar