Βαριά στα δανικά

Μετάφραση: βαριά, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
stærkt, kraftigt, meget, tungt, høj grad
Βαριά στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βαριά

βαριά στενάζουν τα βουνά κι ο ήλιος σκοτεινιάζει, βαριά βιομηχανία, βαριά πόδια, βαριά ποτά βαριά τσιγαρά - γλυκερία, βαριά ποτά βαριά τσιγάρα, βαριά λεξικό γλώσσας δανικά, βαριά στα δανικά

Μεταφράσεις

  • βαρεμάρα στα δανικά - kedsomhed, kedsomheden, kede
  • βαρετός στα δανικά - trættende, dump, kedelig, kedelige, kedeligt, irriterende, anstrengende
  • βαρυσήμαντος στα δανικά - vægtig, vægtige, tungtvejende, vægtigt, tunge
  • βαρόνος στα δανικά - Baron, baronens, baronen, friherre
Τυχαίες λέξεις
Βαριά στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: stærkt, kraftigt, meget, tungt, høj grad