Βαριά στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: βαριά, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
во голема мера, многу, во голема мера се, силно, тешко
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βαριά
βαριά στενάζουν τα βουνά κι ο ήλιος σκοτεινιάζει, βαριά βιομηχανία, βαριά πόδια, βαριά ποτά βαριά τσιγαρά - γλυκερία, βαριά ποτά βαριά τσιγάρα, βαριά λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, βαριά στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- βαρεμάρα στα σλαβομακεδονικά - досада, здодевноста, здодевност, досадата, здодевно
- βαρετός στα σλαβομακεδονικά - заморни, заморен, напорен, заморно, заморна
- βαρυσήμαντος στα σλαβομακεδονικά - судбинското, влијателен, тешки, тешка, претоварена
- βαρόνος στα σλαβομακεδονικά - Барон, Baron, баронот, барон на, магнат
Τυχαίες λέξεις
Βαριά στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: во голема мера, многу, во голема мера се, силно, тешко
Μεταφράσεις: во голема мера, многу, во голема мера се, силно, тешко