Βαριά στα εσθονικά
Μετάφραση: βαριά, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
tõsiselt, raskelt, rängalt, tugevalt, suuresti, tugevasti
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βαριά
βαριά στενάζουν τα βουνά κι ο ήλιος σκοτεινιάζει, βαριά βιομηχανία, βαριά πόδια, βαριά ποτά βαριά τσιγαρά - γλυκερία, βαριά ποτά βαριά τσιγάρα, βαριά λεξικό γλώσσας εσθονικά, βαριά στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- βαρεμάρα στα εσθονικά - tüdimus, igavus, igavuse, igavust, igavusest
- βαρετός στα εσθονικά - puurimine, tüütu, tuhm, igav, väsitav, väsitavat, väsitavast
- βαρυσήμαντος στα εσθονικά - pöördeline, ülioluline, kaalukas, kaalukad, raske, kaalukaid, kaaluka
- βαρόνος στα εσθονικά - parun, Baron, paruni, parunile, parunist
Τυχαίες λέξεις
Βαριά στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: tõsiselt, raskelt, rängalt, tugevalt, suuresti, tugevasti
Μεταφράσεις: tõsiselt, raskelt, rängalt, tugevalt, suuresti, tugevasti