Βαριά στα ολλανδικά
Μετάφραση: βαριά, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
hard, zwaar, sterk, zware, zwaarder
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βαριά
βαριά στενάζουν τα βουνά κι ο ήλιος σκοτεινιάζει, βαριά βιομηχανία, βαριά πόδια, βαριά ποτά βαριά τσιγαρά - γλυκερία, βαριά ποτά βαριά τσιγάρα, βαριά λεξικό γλώσσας ολλανδικά, βαριά στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- βαρεμάρα στα ολλανδικά - verveling, de verveling, vervelen, verveling te
- βαρετός στα ολλανδικά - vermoeiend, melig, stomp, simpel, onnozel, toonloos, taai, ...
- βαρυσήμαντος στα ολλανδικά - gewichtig, zwaarwegend, zwaarwichtig, gewichtige, zware
- βαρόνος στα ολλανδικά - baron, van Baron, de Baron
Τυχαίες λέξεις
Βαριά στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: hard, zwaar, sterk, zware, zwaarder
Μεταφράσεις: hard, zwaar, sterk, zware, zwaarder