Διαθήκη στα δανικά

Μετάφραση: διαθήκη, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
vilje, testamente, vil
Διαθήκη στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαθήκη

διαθήκη σε συμβολαιογράφο, διαθήκη υπόδειγμα, διαθήκη μπουλά, διαθήκη αλέξανδρου κατσαντώνη, διαθήκη ζωής, διαθήκη λεξικό γλώσσας δανικά, διαθήκη στα δανικά

Μεταφράσεις

  • διαζύγιο στα δανικά - skilsmisse, skilsmissen, skilsmisser, skilt
  • διαθέσιμος στα δανικά - tilgængelig, tilgængelige, rådighed, til rådighed, findes
  • διαθλώ στα δανικά - diffraktere, diffract, diffrakterer, afbøje, at afbøje
  • διαιρώ στα δανικά - kløft, kløften, skel, dividere
Τυχαίες λέξεις
Διαθήκη στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: vilje, testamente, vil