Διαθήκη στα τούρκικα

Μετάφραση: διαθήκη, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
vasiyet, istek, irade, olacak, olacaktır, olur, will
Διαθήκη στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαθήκη

διαθήκη σε συμβολαιογράφο, διαθήκη υπόδειγμα, διαθήκη μπουλά, διαθήκη αλέξανδρου κατσαντώνη, διαθήκη ζωής, διαθήκη λεξικό γλώσσας τούρκικα, διαθήκη στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • διαζύγιο στα τούρκικα - boşanma, boşanmak, boşama, ayrılık
  • διαθέσιμος στα τούρκικα - mevcut, kullanılabilir, mevcuttur, geçerli, temin
  • διαθλώ στα τούρκικα - yaymak, kırarak dağıtmak, difraksiyon, kırabilen
  • διαιρώ στα τούρκικα - ayırmak, ayrılmak, bölmek, bölme, böl, bölünme, uçurum
Τυχαίες λέξεις
Διαθήκη στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: vasiyet, istek, irade, olacak, olacaktır, olur, will