Διαθήκη στα ισλανδικά

Μετάφραση: διαθήκη, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
vilja, mun, verður, munu, munt
Διαθήκη στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαθήκη

διαθήκη σε συμβολαιογράφο, διαθήκη υπόδειγμα, διαθήκη μπουλά, διαθήκη αλέξανδρου κατσαντώνη, διαθήκη ζωής, διαθήκη λεξικό γλώσσας ισλανδικά, διαθήκη στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • διαζύγιο στα ισλανδικά - skilnaður, skilnað, skilja, skilnaði, skilnaðinn
  • διαθέσιμος στα ισλανδικά - fyrirliggjandi, í boði, boði, endurgjalds, laus, fáanleg
  • διαθλώ στα ισλανδικά - beygja
  • διαιρώ στα ισλανδικά - deila, skipta, gjá, bilið, deilum
Τυχαίες λέξεις
Διαθήκη στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: vilja, mun, verður, munu, munt