Διακριτικότητα στα δανικά
Μετάφραση: διακριτικότητα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
diskretion, skøn, skønsbeføjelse, skoen
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διακριτικότητα
διακριτικότητα συνώνυμο, διακριτικότητα στα αγγλικα, διακριτικότητα αγγλικα, διακριτικότητα λεξικό γλώσσας δανικά, διακριτικότητα στα δανικά
Μεταφράσεις
- διακριτικό στα δανικά - karakteristisk, fornødent, særpræg, karakteristiske, fornødne
- διακριτικός στα δανικά - karakteristisk, fornødent, særpræg, karakteristiske, fornødne
- διακυβεύω στα δανικά - fare, held, risiko, tilfælde, spil, aktiepost, indsats, ...
- διακυμαίνομαι στα δανικά - område, svinger, svinge, variere, udsving, varierer
Τυχαίες λέξεις
Διακριτικότητα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: diskretion, skøn, skønsbeføjelse, skoen
Μεταφράσεις: diskretion, skøn, skønsbeføjelse, skoen