Διαταραχή στα δανικά
Μετάφραση: διαταραχή, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
forvirring, uorden, forstyrrelse, lidelse, sygdom
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαταραχή
διαταραχή πολλαπλής προσωπικότητας, διαταραχή διαγωγής, διαταραχή ελλειμματικής προσοχής, διαταραχή προσωπικότητας, διαταραχή μετατροπής, διαταραχή λεξικό γλώσσας δανικά, διαταραχή στα δανικά
Μεταφράσεις
- διατήρηση στα δανικά - bevaring, bevarelse, beskyttelse, bevarelsen, bevare
- διαταράσσω στα δανικά - derange
- διατείνομαι στα δανικά - beholde, holde, foregive, lade, foregiver, lade som
- διατηρώ στα δανικά - beholde, holde, vedligeholde, opretholde, bevare, fastholde
Τυχαίες λέξεις
Διαταραχή στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: forvirring, uorden, forstyrrelse, lidelse, sygdom
Μεταφράσεις: forvirring, uorden, forstyrrelse, lidelse, sygdom