Διαταραχή στα ουγγρικά

Μετάφραση: διαταραχή, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
rendellenesség, rendetlenség, zavar, betegség, betegségben
Διαταραχή στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαταραχή

διαταραχή πολλαπλής προσωπικότητας, διαταραχή διαγωγής, διαταραχή ελλειμματικής προσοχής, διαταραχή προσωπικότητας, διαταραχή μετατροπής, διαταραχή λεξικό γλώσσας ουγγρικά, διαταραχή στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • διατήρηση στα ουγγρικά - megőrzés, védelmi, védelméről, megőrzése, természetvédelmi
  • διαταράσσω στα ουγγρικά - tülekedés, megőrjít, elront
  • διατείνομαι στα ουγγρικά - színlel, mintha
  • διατηρώ στα ουγγρικά - fenntart, fenntartása, fenntartani, fenntartására, fenntartásához
Τυχαίες λέξεις
Διαταραχή στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: rendellenesség, rendetlenség, zavar, betegség, betegségben