Διαταραχή στα ουκρανικά

Μετάφραση: διαταραχή, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
порушення, безладдя, розлад, розлади
Διαταραχή στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαταραχή

διαταραχή πολλαπλής προσωπικότητας, διαταραχή διαγωγής, διαταραχή ελλειμματικής προσοχής, διαταραχή προσωπικότητας, διαταραχή μετατροπής, διαταραχή λεξικό γλώσσας ουκρανικά, διαταραχή στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • διατήρηση στα ουκρανικά - виклади, збереження, зберігання, зберегти
  • διαταράσσω στα ουκρανικά - дертися, видирання, бійка, продиратися, битися, зводити з розуму
  • διατείνομαι στα ουκρανικά - конформістський, прикидатися, вдавати, причинятися, удавати, вдавати з себе
  • διατηρώ στα ουκρανικά - консервація, пліткар, базіка, говорун, презервативи, конформістський, крамар, ...
Τυχαίες λέξεις
Διαταραχή στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: порушення, безладдя, розлад, розлади