Διαταραχή στα λιθουανικά
Μετάφραση: διαταραχή, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
netvarka, sutrikimas, sutrikimai, sutrikimo, liga
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαταραχή
διαταραχή πολλαπλής προσωπικότητας, διαταραχή διαγωγής, διαταραχή ελλειμματικής προσοχής, διαταραχή προσωπικότητας, διαταραχή μετατροπής, διαταραχή λεξικό γλώσσας λιθουανικά, διαταραχή στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- διατήρηση στα λιθουανικά - išsaugojimas, išsaugojimo, išsaugojimą, konservavimas, išsaugojimui
- διαταράσσω στα λιθουανικά - suardyti, sugadinti, sutrikdyti, Padaryti vājprātīgu, Dezorganizować
- διατείνομαι στα λιθουανικά - laikyti, apsimesti, apsimeta, pretenduoti, pretenduoja
- διατηρώ στα λιθουανικά - laikyti, taupyti, išlaikyti, palaikyti, išsaugoti, palaiko, toliau taikyti
Τυχαίες λέξεις
Διαταραχή στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: netvarka, sutrikimas, sutrikimai, sutrikimo, liga
Μεταφράσεις: netvarka, sutrikimas, sutrikimai, sutrikimo, liga