Διωγμός στα δανικά
Μετάφραση: διωγμός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
forfølgelse, forfølgelsen, forfølgelser, forfulgt
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διωγμός
διωγμός εβραίων από ισπανία, διωγμόσ 1964, διωγμός 1914, διωγμός ποντίων, διωγμός ελλήνων από κωνσταντινούπολη, διωγμός λεξικό γλώσσας δανικά, διωγμός στα δανικά
Μεταφράσεις
- διχόνοια στα δανικά - splid, disharmoni, uenighed, uoverensstemmelser, uoverensstemmelse
- διψασμένος στα δανικά - tørstig, tørstige, tørst, tørste
- διόδια στα δανικά - vejafgift, vejafgiften, afgift, toll
- διόρθωμα στα δανικά - pletreparationer
Τυχαίες λέξεις
Διωγμός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: forfølgelse, forfølgelsen, forfølgelser, forfulgt
Μεταφράσεις: forfølgelse, forfølgelsen, forfølgelser, forfulgt