Διωγμός στα λευκορωσικά
Μετάφραση: διωγμός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
пераслед, перасьлед, праследаванне
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διωγμός
διωγμός εβραίων από ισπανία, διωγμόσ 1964, διωγμός 1914, διωγμός ποντίων, διωγμός ελλήνων από κωνσταντινούπολη, διωγμός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, διωγμός στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- διχόνοια στα λευκορωσικά - разлад, нераўнавага, гэта разлад, двухсэнсіца, незадаволенасць
- διψασμένος στα λευκορωσικά - які прагне, прагне, які жадае, жадае, спрагнены
- διόδια στα λευκορωσικά - страты
- διόρθωμα στα λευκορωσικά - лакальны, лякальны
Τυχαίες λέξεις
Διωγμός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: пераслед, перасьлед, праследаванне
Μεταφράσεις: пераслед, перасьлед, праследаванне