Διωγμός στα ισλανδικά

Μετάφραση: διωγμός, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ofsóknir, ofsókn, ofsóknum
Διωγμός στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διωγμός

διωγμός εβραίων από ισπανία, διωγμόσ 1964, διωγμός 1914, διωγμός ποντίων, διωγμός ελλήνων από κωνσταντινούπολη, διωγμός λεξικό γλώσσας ισλανδικά, διωγμός στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • διχόνοια στα ισλανδικά - discord
  • διψασμένος στα ισλανδικά - þyrstir, þyrstur, þorsta, þyrstan, þyrsta
  • διόδια στα ισλανδικά - tollur, gjaldfrjálst, mannfall, gjaldskylt, gjaldfrjáls
  • διόρθωμα στα ισλανδικά - leiðrétting, blettur, Spot
Τυχαίες λέξεις
Διωγμός στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: ofsóknir, ofsókn, ofsóknum