Εκκαθάριση στα δανικά

Μετάφραση: εκκαθάριση, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
likvidation, afvikling, afviklingen, konkurs, likvidationen
Εκκαθάριση στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εκκαθάριση

εκκαθάριση αε, εκκαθάριση φόρου 2014, εκκαθάριση φόρου εισοδήματος 2014, εκκαθάριση φόρου, εκκαθάριση δίσκου, εκκαθάριση λεξικό γλώσσας δανικά, εκκαθάριση στα δανικά

Μεταφράσεις

  • εκθρονίζω στα δανικά - detronisere, afsætte, vippe, at detronisere
  • εκκένωση στα δανικά - udledning, decharge, udledningen, afladning, udtømning
  • εκκαθαρίζω στα δανικά - forfine, Definer, raffinere, indsnævre, finpudse
  • εκκαθαριστής στα δανικά - likvidator, kurator, likvidatoren, kuratoren
Τυχαίες λέξεις
Εκκαθάριση στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: likvidation, afvikling, afviklingen, konkurs, likvidationen