Εκκαθάριση στα ιταλικά
Μετάφραση: εκκαθάριση, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
radura, liquidazione, di liquidazione, liquidation, la liquidazione, della liquidazione
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκκαθάριση
εκκαθάριση αε, εκκαθάριση φόρου 2014, εκκαθάριση φόρου εισοδήματος 2014, εκκαθάριση φόρου, εκκαθάριση δίσκου, εκκαθάριση λεξικό γλώσσας ιταλικά, εκκαθάριση στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- εκθρονίζω στα ιταλικά - detronizzare, spodestare, dethrone, detronizzarlo, di detronizzare
- εκκένωση στα ιταλικά - evacuazione, sfollamento, scarico, scarica, di scarico, di discarico, il discarico
- εκκαθαρίζω στα ιταλικά - purificare, liquidare, mondare, forbire, detergere, perfezionare, raffinare, ...
- εκκαθαριστής στα ιταλικά - destinatario, liquidatore, curatore, il liquidatore, curatore fallimentare
Τυχαίες λέξεις
Εκκαθάριση στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: radura, liquidazione, di liquidazione, liquidation, la liquidazione, della liquidazione
Μεταφράσεις: radura, liquidazione, di liquidazione, liquidation, la liquidazione, della liquidazione