Εκκαθάριση στα λιθουανικά
Μετάφραση: εκκαθάριση, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
likvidacija, likvidavimo, likvidavimas, likvidavimą, likviduoti
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εκκαθάριση
εκκαθάριση αε, εκκαθάριση φόρου 2014, εκκαθάριση φόρου εισοδήματος 2014, εκκαθάριση φόρου, εκκαθάριση δίσκου, εκκαθάριση λεξικό γλώσσας λιθουανικά, εκκαθάριση στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- εκθρονίζω στα λιθουανικά - nuvainikuoti, atleisti, nuversti nuo sosto, Detronizować, Zdetronizować
- εκκένωση στα λιθουανικά - išmetimas, iškrovimas, išleisti, biudžeto įvykdymo patvirtinimo, išlydžio
- εκκαθαρίζω στα λιθουανικά - tobulinti, patobulinti, patikslinti, ištobulinti, patikslina
- εκκαθαριστής στα λιθουανικά - likvidatorius, likvidatoriui, likvidatoriaus, likvidatorių, liquidator
Τυχαίες λέξεις
Εκκαθάριση στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: likvidacija, likvidavimo, likvidavimas, likvidavimą, likviduoti
Μεταφράσεις: likvidacija, likvidavimo, likvidavimas, likvidavimą, likviduoti