Ενδοτικός στα δανικά
Μετάφραση: ενδοτικός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
koncessionsmodellen, gunstige
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ενδοτικός
ενδοτικός αντώνυμα, ενδοτικός συνώνυμο, συνωνυμα ενδοτικός, ενδοτικός λεξικό γλώσσας δανικά, ενδοτικός στα δανικά
Μεταφράσεις
- ενδιαφέρων στα δανικά - interessant, interessante, spændende, interesse
- ενδιαφερόμενος στα δανικά - pågældende, berørte, bekymret, paagaeldende, bekymrede
- ενδοχώρα στα δανικά - baglandet, bagland, opland, oplandet, i baglandet
- ενδυμασία στα δανικά - påklædning, tøj, dragt, iført, klædedragt
Τυχαίες λέξεις
Ενδοτικός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: koncessionsmodellen, gunstige
Μεταφράσεις: koncessionsmodellen, gunstige