Ενδοτικός στα πορτογαλικά

Μετάφραση: ενδοτικός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
concessivo, concessiva, concessivas, vantajosas
Ενδοτικός στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ενδοτικός

ενδοτικός αντώνυμα, ενδοτικός συνώνυμο, συνωνυμα ενδοτικός, ενδοτικός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ενδοτικός στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • ενδιαφέρων στα πορτογαλικά - interessante, singular, notável, interessantes
  • ενδιαφερόμενος στα πορτογαλικά - animado, afiado, quilha, vivo, alerta, ágil, preocupado, ...
  • ενδοχώρα στα πορτογαλικά - hinterland, interior, sertão, interior da, do interior
  • ενδυμασία στα πορτογαλικά - veste, traje, costume, vestuário, attire, trajes, vestuário do
Τυχαίες λέξεις
Ενδοτικός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: concessivo, concessiva, concessivas, vantajosas