Ενδοτικός στα ουγγρικά
Μετάφραση: ενδοτικός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
megengedő, engedményesnek
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ενδοτικός
ενδοτικός αντώνυμα, ενδοτικός συνώνυμο, συνωνυμα ενδοτικός, ενδοτικός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ενδοτικός στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- ενδιαφέρων στα ουγγρικά - érdekes, különleges, érdekessé, észrevételeket
- ενδιαφερόμενος στα ουγγρικά - intenzív, az érintett, érintett, aggodalmát
- ενδοχώρα στα ουγγρικά - hátország, hátországi, hátországban, hátországgal, szárazfölddel
- ενδυμασία στα ουγγρικά - jelmez, ruha, ruházat, viselet, viseletben, öltözékben, öltözék
Τυχαίες λέξεις
Ενδοτικός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: megengedő, engedményesnek
Μεταφράσεις: megengedő, engedményesnek