Ενδοτικός στα λιθουανικά
Μετάφραση: ενδοτικός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
nuolaidus, koncesinėmis, Pieļāvīgs, Koncesyjny, Piekāpīgs
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ενδοτικός
ενδοτικός αντώνυμα, ενδοτικός συνώνυμο, συνωνυμα ενδοτικός, ενδοτικός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ενδοτικός στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- ενδιαφέρων στα λιθουανικά - įdomus, įdomu, įdomi, įdomūs, įdomios
- ενδιαφερόμενος στα λιθουανικά - puikus, nuostabus, susirūpinęs, susiję, susirūpinimą, susijęs
- ενδοχώρα στα λιθουανικά - atokus rajonas, tolimus, sausumą, hinterland, atokiau esančios teritorijos
- ενδυμασία στα λιθουανικά - drabužiai, drabužiui, Rūbas, attire, Odzienie
Τυχαίες λέξεις
Ενδοτικός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: nuolaidus, koncesinėmis, Pieļāvīgs, Koncesyjny, Piekāpīgs
Μεταφράσεις: nuolaidus, koncesinėmis, Pieļāvīgs, Koncesyjny, Piekāpīgs