Καταστρεπτικός στα δανικά

Μετάφραση: καταστρεπτικός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
destruktiv, destruktive, ødelæggende, destruktivt, nedbrydende
Καταστρεπτικός στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καταστρεπτικός

καταστρεπτικός λεξικό γλώσσας δανικά, καταστρεπτικός στα δανικά

Μεταφράσεις

  • καταστολή στα δανικά - undertrykkelse, undertrykkelsen, repression, undertrykkelse af
  • καταστρέφω στα δανικά - ødelægge, deflower
  • καταστροφή στα δανικά - tragedie, ulykke, ødelæggelse, katastrofe, destruktion, ødelæggelsen, tilintetgørelse, ...
  • καταστροφικός στα δανικά - katastrofale, katastrofal, katastrofalt, katastrofe, katastrofisk
Τυχαίες λέξεις
Καταστρεπτικός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: destruktiv, destruktive, ødelæggende, destruktivt, nedbrydende