Καταστρεπτικός στα ουγγρικά

Μετάφραση: καταστρεπτικός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
pusztító, destruktív, romboló, roncsolásos, roncsolásmentes
Καταστρεπτικός στα ουγγρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καταστρεπτικός

καταστρεπτικός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, καταστρεπτικός στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • καταστολή στα ουγγρικά - elfojtás, elnyomás, elnyomást, az elnyomás, represszió, elnyomását
  • καταστρέφω στα ουγγρικά - pusztítás, rombolás, szüzességétől megfoszt
  • καταστροφή στα ουγγρικά - tönkretevés, roncsolás, megsemmisítés, katasztrófa, pusztítás, rombolás, megsemmisítése, ...
  • καταστροφικός στα ουγγρικά - katasztrofális, romboló, végzetes, katasztrófa, a katasztrofális, katasztrófák
Τυχαίες λέξεις
Καταστρεπτικός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: pusztító, destruktív, romboló, roncsolásos, roncsolásmentes