Καταστρεπτικός στα ιταλικά
Μετάφραση: καταστρεπτικός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
distruttivo, distruttiva, distruttivi, distruttive, distruttrice
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καταστρεπτικός
καταστρεπτικός λεξικό γλώσσας ιταλικά, καταστρεπτικός στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- καταστολή στα ιταλικά - repressione, soppressione, la repressione, rimozione, repressioni, di repressione
- καταστρέφω στα ιταλικά - annientare, rovinare, distruggere, annichilire, struggere, devastare, desolare, ...
- καταστροφή στα ιταλικά - disastro, catastrofe, annientamento, tragedia, devastazione, distruzione, la distruzione, ...
- καταστροφικός στα ιταλικά - catastrofico, catastrofica, catastrofici, catastrofiche, catastrofe
Τυχαίες λέξεις
Καταστρεπτικός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: distruttivo, distruttiva, distruttivi, distruttive, distruttrice
Μεταφράσεις: distruttivo, distruttiva, distruttivi, distruttive, distruttrice