Κενό στα δανικά
Μετάφραση: κενό, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
vakuum, tom, blank, formular, tomrum, vacuum, vakuum for
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κενό
κενό έντυπο ε1 2014, κενό ανάμεσα στα πόδια, κενό έντυπο ε9 2014, κενό σύνολο, κενό ασφαλείας, κενό λεξικό γλώσσας δανικά, κενό στα δανικά
Μεταφράσεις
- κεντρικός στα δανικά - central, centrale, centralt, centrum, det centrale
- κεντώ στα δανικά - brodere, brodér, broderer, broderes, at brodere
- κενός στα δανικά - ugyldig, void, ugyldige, tomrum, annulleres
- κεράσι στα δανικά - kirsebær, Cherry, kirsebærtræ, i Cherry, af Cherry
Τυχαίες λέξεις
Κενό στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: vakuum, tom, blank, formular, tomrum, vacuum, vakuum for
Μεταφράσεις: vakuum, tom, blank, formular, tomrum, vacuum, vakuum for