Κενό στα τούρκικα
Μετάφραση: κενό, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
boşluk, boş, vakum, eksiklik, kesilme, vakumlu, elektrikli, elektrik, vakumla
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κενό
κενό έντυπο ε1 2014, κενό ανάμεσα στα πόδια, κενό έντυπο ε9 2014, κενό σύνολο, κενό ασφαλείας, κενό λεξικό γλώσσας τούρκικα, κενό στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- κεντρικός στα τούρκικα - esaslı, merkezi, merkez, merkezinden, merkezi bir, orta
- κεντώ στα τούρκικα - oyalamak, nakış işlemek, iülemek, embroider, süslemek
- κενός στα τούρκικα - boş, geçersiz, void, boşluk, iptal
- κεράσι στα τούρκικα - kızıl, kiraz, kırmızı, Cherry, vişne, çeri
Τυχαίες λέξεις
Κενό στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: boşluk, boş, vakum, eksiklik, kesilme, vakumlu, elektrikli, elektrik, vakumla
Μεταφράσεις: boşluk, boş, vakum, eksiklik, kesilme, vakumlu, elektrikli, elektrik, vakumla