Κενό στα ισλανδικά

Μετάφραση: κενό, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
op, gat, eyða, eyðublað, tómarúm, lofttæmi, tómarúmi, við lofttæmi, lofttæmt
Κενό στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κενό

κενό έντυπο ε1 2014, κενό ανάμεσα στα πόδια, κενό έντυπο ε9 2014, κενό σύνολο, κενό ασφαλείας, κενό λεξικό γλώσσας ισλανδικά, κενό στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • κεντρικός στα ισλανδικά - Mið, miðlægur, Miðverðir, miðlæga
  • κεντώ στα ισλανδικά - stinga, sauma, embroider
  • κενός στα ισλανδικά - ógilt, ógild, tóm, niður, úr gildi
  • κεράσι στα ισλανδικά - kirsuber, Cherry, kirsuberja, lífrænt
Τυχαίες λέξεις
Κενό στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: op, gat, eyða, eyðublað, tómarúm, lofttæmi, tómarúmi, við lofttæmi, lofttæmt