Μεταχειρίζομαι στα δανικά

Μετάφραση: μεταχειρίζομαι, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
behandle, håndtag, hank, skaft, behandling, behandling af, behandler, at behandle
Μεταχειρίζομαι στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μεταχειρίζομαι

μεταχειρίζομαι συνώνυμα, μεταχειρίζομαι συνώνυμο, μεταχειρίζομαι λεξικό γλώσσας δανικά, μεταχειρίζομαι στα δανικά

Μεταφράσεις

  • μεταφορικός στα δανικά - metaforisk, metaforiske, metafor, billedligt, den metaforiske
  • μεταχείριση στα δανικά - kur, behandling, behandlingen
  • μετερίζι στα δανικά - bastion, bastionen
  • μετεωρίτης στα δανικά - luft, luften, air, luft-
Τυχαίες λέξεις
Μεταχειρίζομαι στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: behandle, håndtag, hank, skaft, behandling, behandling af, behandler, at behandle