Μπαούλο στα δανικά
Μετάφραση: μπαούλο, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
krop, bul, kuffert, legeme, stamme, torso, bryst, brystet, kiste, i brystet, brystkassen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μπαούλο
μπαούλο κήπου, μπαούλο αποθήκευσης εσωτερικού χώρου, μπαούλο ξύλινο, μπαούλο τραπέζι, μπαούλο κήπου hollywood keter, μπαούλο λεξικό γλώσσας δανικά, μπαούλο στα δανικά
Μεταφράσεις
- μπανάνα στα δανικά - banan, bananer, banana, for bananer, af bananer
- μπανιέρα στα δανικά - badekar, badekarret
- μπαρ στα δανικά - hindre, bar, baren, overliggeren, Barer, linjen
- μπαρόκ στα δανικά - barok, Barokkunst, barokke, Baroque, barokken
Τυχαίες λέξεις
Μπαούλο στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: krop, bul, kuffert, legeme, stamme, torso, bryst, brystet, kiste, i brystet, brystkassen
Μεταφράσεις: krop, bul, kuffert, legeme, stamme, torso, bryst, brystet, kiste, i brystet, brystkassen