Μπαούλο στα ουκρανικά

Μετάφραση: μπαούλο, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
труба, корпус, стовбур, жолоб, магістральний, груди, грудь
Μπαούλο στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μπαούλο

μπαούλο κήπου, μπαούλο αποθήκευσης εσωτερικού χώρου, μπαούλο ξύλινο, μπαούλο τραπέζι, μπαούλο κήπου hollywood keter, μπαούλο λεξικό γλώσσας ουκρανικά, μπαούλο στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • μπανάνα στα ουκρανικά - банан
  • μπανιέρα στα ουκρανικά - купіль, ванна, ванни, телебачення
  • μπαρ στα ουκρανικά - буфет, таверна, ат, перепиняти, судження, забороняти, бар
  • μπαρόκ στα ουκρανικά - химерний, бароко, барокко
Τυχαίες λέξεις
Μπαούλο στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: труба, корпус, стовбур, жолоб, магістральний, груди, грудь