Πίεση στα δανικά

Μετάφραση: πίεση, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
tryk, pres, trykket, presset
Πίεση στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πίεση

πίεση στα αυτιά, πίεση παλμού, πίεση στα μάτια, πίεση ματιών, πίεση συνώνυμα, πίεση λεξικό γλώσσας δανικά, πίεση στα δανικά

Μεταφράσεις

  • πέψη στα δανικά - fordøjelse, fordøjelsen, spaltning, nedbrydning, udrådning
  • πήζω στα δανικά - stivne, koagulere, koaguleringstid, at koagulere
  • πίθηκος στα δανικά - abe, efterabe, Monkey, aben, aber, i Monkey
  • πίλος στα δανικά - hat, hatten, hue, hatte
Τυχαίες λέξεις
Πίεση στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: tryk, pres, trykket, presset