Παράπηγμα στα δανικά

Μετάφραση: παράπηγμα, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
kiosk, kabine, booth, stand, standen, bod
Παράπηγμα στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παράπηγμα

παράπηγμα λεξικό γλώσσας δανικά, παράπηγμα στα δανικά

Μεταφράσεις

  • παράνομος στα δανικά - ulovlig, ulovligt, illegal, ulovlige, af ulovlig
  • παράξενος στα δανικά - fremmed, mærkelig, underlig, mærkeligt, mærkelige, underligt
  • παράπονο στα δανικά - reklamation, anklage, besvær, sigtelse, klage, klagen, klagepunkt
  • παράρτημα στα δανικά - bilag, Bilag, bilaget, af bilag, anneks
Τυχαίες λέξεις
Παράπηγμα στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: kiosk, kabine, booth, stand, standen, bod