Παράπηγμα στα λευκορωσικά
Μετάφραση: παράπηγμα, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
стэнд
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παράπηγμα
παράπηγμα λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, παράπηγμα στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- παράνομος στα λευκορωσικά - незаконны, незаконнае, пазапраўны, незаконная
- παράξενος στα λευκορωσικά - дзіўны, странный, дзіўнае, дзіўная
- παράπονο στα λευκορωσικά - скарга
- παράρτημα στα λευκορωσικά - дадатак, прыкладанне, Дазваляе, Дазваляе прыкладанням, прыкладанням
Τυχαίες λέξεις
Παράπηγμα στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: стэнд
Μεταφράσεις: стэнд