Παράπηγμα στα λιθουανικά
Μετάφραση: παράπηγμα, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kioskas, kabina, stendo, kabinoje, stende, stendą
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παράπηγμα
παράπηγμα λεξικό γλώσσας λιθουανικά, παράπηγμα στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- παράνομος στα λιθουανικά - neteisėtas, nelegalus, neteisėtos, nelegali, nelegalios
- παράξενος στα λιθουανικά - keistas, svetimas, keista, keistai, keistą
- παράπονο στα λιθουανικά - skundas, skundą, Skunde, Skunde buvo
- παράρτημα στα λιθουανικά - priedas, priede, priedą, priedo
Τυχαίες λέξεις
Παράπηγμα στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: kioskas, kabina, stendo, kabinoje, stende, stendą
Μεταφράσεις: kioskas, kabina, stendo, kabinoje, stende, stendą