Παράπηγμα στα ισλανδικά
Μετάφραση: παράπηγμα, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
bás, búð, búðina, búð á, básinn
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παράπηγμα
παράπηγμα λεξικό γλώσσας ισλανδικά, παράπηγμα στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- παράνομος στα ισλανδικά - ólöglegt, ólögleg, ólöglegur, ólöglegum, ólöglega
- παράξενος στα ισλανδικά - einkennilegur, ankannalegur, furðulegur, undarlegt, skrítið, undarlega, skrýtinn, ...
- παράπονο στα ισλανδικά - kvörtun, kæra, kæru, kvörtunin, erindi
- παράρτημα στα ισλανδικά - botnlangi, viðauka, viðauki, viðaukanum, Viðaukinn, VIÃ
Τυχαίες λέξεις
Παράπηγμα στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: bás, búð, búðina, búð á, básinn
Μεταφράσεις: bás, búð, búðina, búð á, básinn