Πεζικό στα δανικά

Μετάφραση: πεζικό, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
infanteri, fodfolk, infanteriet, infanterister
Πεζικό στα δανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πεζικό

βυζαντινό πεζικό, πεζικό (βαρέα όπλα), πεζικό υεα, ελληνικό πεζικό, πεζικό τρίπολη, πεζικό λεξικό γλώσσας δανικά, πεζικό στα δανικά

Μεταφράσεις

  • πεδικλώνω στα δανικά - tur, rejse, fetter, lænke, hindring, Lænken, hindringen
  • πεζεύω στα δανικά - pezefo
  • πεζοδρόμιο στα δανικά - fortov, fortovet, sidewalk
  • πεζοναύτης στα δανικά - marine, marin, hav-, havets, i havet
Τυχαίες λέξεις
Πεζικό στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: infanteri, fodfolk, infanteriet, infanterister