Πεζικό στα πολωνικά
Μετάφραση: πεζικό, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
piechota, piechoty, Infantry, piechotę
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πεζικό
βυζαντινό πεζικό, πεζικό (βαρέα όπλα), πεζικό υεα, ελληνικό πεζικό, πεζικό τρίπολη, πεζικό λεξικό γλώσσας πολωνικά, πεζικό στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- πεδικλώνω στα πολωνικά - związać, wiązać, przywiązywać, iść, opatrywać, zobowiązywać, zobowiązywanie, ...
- πεζεύω στα πολωνικά - zdemontować, demontować, wymontować, zsiadać, zdjąć, schodzić, pezefo
- πεζοδρόμιο στα πολωνικά - nawierzchnia, trotuar, bruk, chodnik, chodniku, sidewalk, chodnika, ...
- πεζοναύτης στα πολωνικά - marynarski, marynarka, marynarz, marynistyka, morski, marynistyczny, flota, ...
Τυχαίες λέξεις
Πεζικό στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: piechota, piechoty, Infantry, piechotę
Μεταφράσεις: piechota, piechoty, Infantry, piechotę