Πεζικό στα φινλανδικά

Μετάφραση: πεζικό, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
jalkaväki, jalkaväen, Infantry, jalkaväkeä, jalkaväkidivisioonan
Πεζικό στα φινλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πεζικό

βυζαντινό πεζικό, πεζικό (βαρέα όπλα), πεζικό υεα, ελληνικό πεζικό, πεζικό τρίπολη, πεζικό λεξικό γλώσσας φινλανδικά, πεζικό στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • πεδικλώνω στα φινλανδικά - kahlehtia, matka, tarttua, kompastua, sitoa, liukastuminen, nitoa, ...
  • πεζεύω στα φινλανδικά - laskeutua, pezefo
  • πεζοδρόμιο στα φινλανδικά - jalkakäytävä, kävelytie, jalkakäytävällä, jalkakäytävän, sidewalk, jalkakäytävää
  • πεζοναύτης στα φινλανδικά - meri-, meren, meriympäristön, meriliikenteessä, merten
Τυχαίες λέξεις
Πεζικό στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: jalkaväki, jalkaväen, Infantry, jalkaväkeä, jalkaväkidivisioonan